Αιτία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αιτία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
campanha, causa, causar, pleito, processo, raciocinar, razoabilidade, razão, produzir, móvel, ocasionar, porque, causas, motivo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιτία
αιτία για να βάλει τα κλάματα ένα μικρό παιδάκι έγινε ο κριστιάνο ρονάλντο, αιτία ρατσισμού, αιτία μεταβολής στοιχείων κτίσματος/οικοπέδου, αιτία θανάτου, αιτία ανεργίας, αιτία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αιτία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αισιόδοξος στα πορτογαλικά - otimista, optimista, otimistas, optimistas, optimistic
- αισχρός στα πορτογαλικά - puro, castiço, receita, salaz, devasso, impudico, salacious, ...
- αιτιατική στα πορτογαλικά - acusativo, accusative, acusativa, o acusativo, acusativas
- αιτιολογία στα πορτογαλικά - móvel, razoabilidade, raciocinar, razão, causa, raciocínio, fundamentação, ...
Τυχαίες λέξεις
Αιτία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: campanha, causa, causar, pleito, processo, raciocinar, razoabilidade, razão, produzir, móvel, ocasionar, porque, causas, motivo
Μεταφράσεις: campanha, causa, causar, pleito, processo, raciocinar, razoabilidade, razão, produzir, móvel, ocasionar, porque, causas, motivo