Αιτία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αιτία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рабiць, вёска, прынасiць, штурхаць, прычына, чыннік
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιτία
αιτία για να βάλει τα κλάματα ένα μικρό παιδάκι έγινε ο κριστιάνο ρονάλντο, αιτία ρατσισμού, αιτία μεταβολής στοιχείων κτίσματος/οικοπέδου, αιτία θανάτου, αιτία ανεργίας, αιτία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αιτία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αισιόδοξος στα λευκορωσικά - аптымістычны, аптымістычная
- αισχρός στα λευκορωσικά - грубы, непрыстойны, непрыстойныя, непрыстойную
- αιτιατική στα λευκορωσικά - вінавальны, вінавальным
- αιτιολογία στα λευκορωσικά - развагі, разважанні, разважаньні, разважання
Τυχαίες λέξεις
Αιτία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: рабiць, вёска, прынасiць, штурхаць, прычына, чыннік
Μεταφράσεις: рабiць, вёска, прынасiць, штурхаць, прычына, чыннік