Αιτία στα ουγγρικά
Μετάφραση: αιτία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ügy, ok, oka, okát, okot, mert
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιτία
αιτία για να βάλει τα κλάματα ένα μικρό παιδάκι έγινε ο κριστιάνο ρονάλντο, αιτία ρατσισμού, αιτία μεταβολής στοιχείων κτίσματος/οικοπέδου, αιτία θανάτου, αιτία ανεργίας, αιτία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αιτία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αισιόδοξος στα ουγγρικά - optimista, optimisták, optimistának, optimistán, optimistább
- αισχρός στα ουγγρικά - makroszkopikus, összsúly, bruttó, érzéki, buja, pikáns, salacious
- αιτιατική στα ουγγρικά - tárgyeset, accusative, a tárgyeset, tárgyesetű, tárgyesettel
- αιτιολογία στα ουγγρικά - indoklás, érvelés, indokolás, érvelést, indokolása, érvelése
Τυχαίες λέξεις
Αιτία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ügy, ok, oka, okát, okot, mert
Μεταφράσεις: ügy, ok, oka, okát, okot, mert