Ακυρότητα στα δανικά

Μετάφραση: ακυρότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ugyldighed, ugyldig, ugyldigheden, nullitet, ugyldigt
Ακυρότητα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακυρότητα

ακυρότητα κλητηρίου θεσπίσματος, ακυρότητα διοικητικής πράξης, ακυρότητα συμβολαίου, ακυρότητα δικαιοπραξίας, ακυρότητα ψηφοδελτίων, ακυρότητα λεξικό γλώσσας δανικά, ακυρότητα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ακτινοβολώ στα δανικά - glitter, glimmer
  • ακτινοβόλος στα δανικά - strålende, strålevarme, radiant, lysende, straalende
  • ακυρώνω στα δανικά - aflyse, afbestille, annullere, annullerer, annulleres
  • ακόλαστος στα δανικά - Libertine, libertiner, Libertiners, Libertine er
Τυχαίες λέξεις
Ακυρότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ugyldighed, ugyldig, ugyldigheden, nullitet, ugyldigt