Ακυρότητα στα εσθονικά

Μετάφραση: ακυρότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
invaliidsus, paikapidamatus, kehtetus, tühisus, tühisuse, tühisust, õigustühisuse, õigustühiseks tunnistamise
Ακυρότητα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακυρότητα

ακυρότητα κλητηρίου θεσπίσματος, ακυρότητα διοικητικής πράξης, ακυρότητα συμβολαίου, ακυρότητα δικαιοπραξίας, ακυρότητα ψηφοδελτίων, ακυρότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ακυρότητα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ακτινοβολώ στα εσθονικά - radiaalne, kiirgama, sädelema, Glitter, sära, sätendama, sädelus
  • ακτινοβόλος στα εσθονικά - kiirgav, särav, kiirgusega, radiant, kiirgustundlikkus, kiirgava
  • ακυρώνω στα εσθονικά - taandama, kustutama, tühistama, annulleerima, tagasivõtmine, tühistada, tühistamiseks, ...
  • ακόλαστος στα εσθονικά - paheline, kombelõtv, libertine, Vabamõtleja, Elostelija
Τυχαίες λέξεις
Ακυρότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: invaliidsus, paikapidamatus, kehtetus, tühisus, tühisuse, tühisust, õigustühisuse, õigustühiseks tunnistamise