Αμαυρώνω στα δανικά

Μετάφραση: αμαυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
plet, klat, mørkere, blive mørkere, mørkne, formørke
Αμαυρώνω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμαυρώνω

αμαυρώνω ετυμολογια, αμαυρώνω συνώνυμο, αμαυρώνω αγγλικα, αμαυρώνω σημασια, αμαυρώνω συνώνυμα, αμαυρώνω λεξικό γλώσσας δανικά, αμαυρώνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αμαρτία στα δανικά - synde, synd, synden, sin, syndens
  • αμαρτωλός στα δανικά - synder, synderen, syndig, synderens
  • αμβλύνω στα δανικά - kedelig, kedeligt, kedelige, matte, tørre
  • αμβλύς στα δανικά - kedelig, kedeligt, kedelige, matte, tørre
Τυχαίες λέξεις
Αμαυρώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: plet, klat, mørkere, blive mørkere, mørkne, formørke