Αμαυρώνω στα τούρκικα
Μετάφραση: αμαυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karartmak, leke, kusur, koyulaştırmak, koyulaştırır, koyulaştırma, darken
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμαυρώνω
αμαυρώνω ετυμολογια, αμαυρώνω συνώνυμο, αμαυρώνω αγγλικα, αμαυρώνω σημασια, αμαυρώνω συνώνυμα, αμαυρώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αμαυρώνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αμαρτία στα τούρκικα - günah, sin, günahtır, günahı, günahın
- αμαρτωλός στα τούρκικα - günahkâr, günahkar, sinner, günahkarın, günahkarım
- αμβλύνω στα τούρκικα - donuk, sıkıcı, mat, sönük, sıkıcı bir
- αμβλύς στα τούρκικα - dürüst, içten, açık, donuk, sıkıcı, mat, sönük, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμαυρώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: karartmak, leke, kusur, koyulaştırmak, koyulaştırır, koyulaştırma, darken
Μεταφράσεις: karartmak, leke, kusur, koyulaştırmak, koyulaştırır, koyulaştırma, darken