Αμαυρώνω στα ουκρανικά

Μετάφραση: αμαυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ляпка, чорніти, засмагати, чорніть, загоряти, заплямувати, пляму, недолік, бруднити, загладжувати, пляма, ганьбити, зіпсувати, тьмяність, темніти, сутеніти
Αμαυρώνω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμαυρώνω

αμαυρώνω ετυμολογια, αμαυρώνω συνώνυμο, αμαυρώνω αγγλικα, αμαυρώνω σημασια, αμαυρώνω συνώνυμα, αμαυρώνω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αμαυρώνω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αμαρτία στα ουκρανικά - гріх, грішити, злочин
  • αμαρτωλός στα ουκρανικά - грішник, грішний, грішнику, грешник, грішника
  • αμβλύνω στα ουκρανικά - тупий, тупою, тупої, тупой, тупим
  • αμβλύς στα ουκρανικά - різкий, брутальний, тупий, грубий, тупою, тупої, тупой, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμαυρώνω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ляпка, чорніти, засмагати, чорніть, загоряти, заплямувати, пляму, недолік, бруднити, загладжувати, пляма, ганьбити, зіпсувати, тьмяність, темніти, сутеніти