Αμαυρώνω στα ιταλικά

Μετάφραση: αμαυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
annerire, macchiare, deformare, chiazza, macchia, scurire, oscurare, scurirsi, scurisce, oscurarsi
Αμαυρώνω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμαυρώνω

αμαυρώνω ετυμολογια, αμαυρώνω συνώνυμο, αμαυρώνω αγγλικα, αμαυρώνω σημασια, αμαυρώνω συνώνυμα, αμαυρώνω λεξικό γλώσσας ιταλικά, αμαυρώνω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αμαρτία στα ιταλικά - peccato, peccare, il peccato, sin, peccati
  • αμαρτωλός στα ιταλικά - peccatore, peccatrice, peccatori, sinner
  • αμβλύνω στα ιταλικά - attenuare, annacquare, sordo, noioso, opaco, ottuso, spento
  • αμβλύς στα ιταλικά - spuntato, ottundere, smussare, sordo, noioso, opaco, ottuso, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμαυρώνω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: annerire, macchiare, deformare, chiazza, macchia, scurire, oscurare, scurirsi, scurisce, oscurarsi