Αναπολώ στα δανικά

Μετάφραση: αναπολώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
huske, erindre, husker, mindes
Αναπολώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπολώ

αναπολώ ετυμολογία, αναπολώ meaning, αναπολώ συνώνυμα, αναπολώ ορισμός, αναπολώ το χθες, αναπολώ λεξικό γλώσσας δανικά, αναπολώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αναποδιά στα δανικά - hitch, hage, anhængertræk, liften, ophæng
  • αναποδογυρίζω στα δανικά - ked, forstyrret, ked af, oprevet, utilfreds
  • αναποτελεσματικός στα δανικά - ineffektiv, ineffektive, ineffektivt, virkning, virkningsløse
  • αναπροσαρμόζομαι στα δανικά - justerede, justeret, korrigerede, indstillede, korrigeret
Τυχαίες λέξεις
Αναπολώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: huske, erindre, husker, mindes