Αναπολώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: αναπολώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
herinneren, herinner, herinner me, onthouden, te herinneren
Αναπολώ στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπολώ

αναπολώ ετυμολογία, αναπολώ meaning, αναπολώ συνώνυμα, αναπολώ ορισμός, αναπολώ το χθες, αναπολώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αναπολώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναποδιά στα ολλανδικά - hapering, hitch, kink in de kabel, trekhaak, storing
  • αναποδογυρίζω στα ολλανδικά - omkeren, van streek, boos, overstuur, verstoord, streek
  • αναποτελεσματικός στα ολλανδικά - ineffectief, ineffectieve, ondoeltreffend, niet effectief, inefficiënt
  • αναπροσαρμόζομαι στα ολλανδικά - aangepaste, gecorrigeerde, bijgestelde, aangepast, ingestelde
Τυχαίες λέξεις
Αναπολώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: herinneren, herinner, herinner me, onthouden, te herinneren