Αναπολώ στα ουκρανικά
Μετάφραση: αναπολώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
згадувати, згадуватимуть, пригадувати, згадуватиме
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπολώ
αναπολώ ετυμολογία, αναπολώ meaning, αναπολώ συνώνυμα, αναπολώ ορισμός, αναπολώ το χθες, αναπολώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναπολώ στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αναποδιά στα ουκρανικά - затримка, перешкода, регресія, невдача, занепад, заминка
- αναποδογυρίζω στα ουκρανικά - перекинутися, перевернути, перевернутість, перекиньтеся, розлад, розлади
- αναποτελεσματικός στα ουκρανικά - неефективність, нездатність, неефективний, неефективним
- αναπροσαρμόζομαι στα ουκρανικά - читання, відрегульований, настроюваний, тільки настроюваний, відрегульован, відрегульовані
Τυχαίες λέξεις
Αναπολώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: згадувати, згадуватимуть, пригадувати, згадуватиме
Μεταφράσεις: згадувати, згадуватимуть, пригадувати, згадуватиме