Ανεκτικός στα δανικά

Μετάφραση: ανεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tolerant, tolerante, tolerante over, tolerant over, tolerance
Ανεκτικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανεκτικός

ανεκτικός στα αγγλικά, ανεκτικός αγγλικά, ανεκτικός λεξικό γλώσσας δανικά, ανεκτικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανειλικρινής στα δανικά - uoprigtig, insincere, uoprigtige, uoprigtigt
  • ανεκτίμητος στα δανικά - uvurderlige, uvurderlig, uvurderligt, ubetalelig
  • ανεκτικότητα στα δανικά - tolerance, tolerancen, tolerance over
  • ανεκτός στα δανικά - tolerabel, tolerable, tolerabelt, tåleligt, tolereres
Τυχαίες λέξεις
Ανεκτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tolerant, tolerante, tolerante over, tolerant over, tolerance