Αντοχή στα δανικά
Μετάφραση: αντοχή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
modstand, impedans, resistens, modstandsdygtighed, modstanden, resistens over
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντοχή
αντοχή των υλικών, αντοχή στο τρέξιμο, αντοχή υλικών σημειώσεις, αντοχή σε εφελκυσμό, αντοχή υλικών pdf, αντοχή λεξικό γλώσσας δανικά, αντοχή στα δανικά
Μεταφράσεις
- αντλία στα δανικά - pumpe, oppumpe, pumpen, pumpens
- αντλώ στα δανικά - udlede, stammer, opnå, drage, stamme
- ανυπάκουος στα δανικά - ulydige, ulydig, genstridige, ulydigt, ulydighed
- ανυπακοή στα δανικά - ulydighed, ulydighedens, ulydige, ulydig
Τυχαίες λέξεις
Αντοχή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: modstand, impedans, resistens, modstandsdygtighed, modstanden, resistens over
Μεταφράσεις: modstand, impedans, resistens, modstandsdygtighed, modstanden, resistens over