Αντοχή στα τούρκικα

Μετάφραση: αντοχή, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
muhalefet, bağışıklık, dokunulmazlık, direnç, direnci, dayanımı, direniş, dayanıklılık
Αντοχή στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντοχή

αντοχή των υλικών, αντοχή στο τρέξιμο, αντοχή υλικών σημειώσεις, αντοχή σε εφελκυσμό, αντοχή υλικών pdf, αντοχή λεξικό γλώσσας τούρκικα, αντοχή στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αντλία στα τούρκικα - kalp, tulumba, gönül, yürek, pompa, pompası, pompanın, ...
  • αντλώ στα τούρκικα - türetmek, elde, türetilmesi, türetme, çıkarmak
  • ανυπάκουος στα τούρκικα - itaatsiz, asi, söz dinlemez, dinlemez, söz dinlemeyen
  • ανυπακοή στα τούρκικα - itaatsizlik, başkaldırı, disobedience, itaatsizliği
Τυχαίες λέξεις
Αντοχή στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: muhalefet, bağışıklık, dokunulmazlık, direnç, direnci, dayanımı, direniş, dayanıklılık