Αποδοτικός στα δανικά

Μετάφραση: αποδοτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
effektiv, effektive, effektivt, en effektiv
Αποδοτικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδοτικός

αποδοτικός αλγόριθμος, αποδοτικός συνώνυμο, αποδοτικός συνώνυμα, αποδοτικός στα αγγλικά, αποδοτικός in english, αποδοτικός λεξικό γλώσσας δανικά, αποδοτικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αποδοκιμάζω στα δανικά - misbilliger, afvise, afviser, misbillige, er imod
  • αποδοκιμασία στα δανικά - misbilligelse, Disapproval, utilfredshed, forkastelse, mishag
  • αποδοτικότητα στα δανικά - effektivitet, effektiviteten, effektiv, virkningsgrad, effektivt
  • αποδοχές στα δανικά - løn, indtjening, indtjeningen, resultat, indtægter, overskud
Τυχαίες λέξεις
Αποδοτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: effektiv, effektive, effektivt, en effektiv