Απόλυση στα δανικά
Μετάφραση: απόλυση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
afskedigelse, afskedigelsen, opsigelse, afskedigelser
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόλυση
απόλυση παπαθεοδώρου gazzetta, απόλυση εργαζομένου, απόλυση συνώνυμο, απόλυση 4000 εποπ είχε ζητήσει η τρόικα - τι απαντά το γεεθα στην αποκάλυψη, απόλυση εκπαιδευτικών, απόλυση λεξικό γλώσσας δανικά, απόλυση στα δανικά
Μεταφράσεις
- απόκτηση στα δανικά - erhvervelse, køb, erhvervelsen, købet, overtagelse
- απόλαυση στα δανικά - glæde, fornøjelse, fryd, delight
- απόλυτος στα δανικά - absolut, absolutte, fuldstændig, en absolut
- απόμακρος στα δανικά - fjern, Outlandish, aparte, Outlandishs, langt ude, bornholmsk
Τυχαίες λέξεις
Απόλυση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: afskedigelse, afskedigelsen, opsigelse, afskedigelser
Μεταφράσεις: afskedigelse, afskedigelsen, opsigelse, afskedigelser