Απόλυση στα ισλανδικά
Μετάφραση: απόλυση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
uppsögnum, uppsögn, brottvikningu, uppsögninni, uppsagnar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόλυση
απόλυση παπαθεοδώρου gazzetta, απόλυση εργαζομένου, απόλυση συνώνυμο, απόλυση 4000 εποπ είχε ζητήσει η τρόικα - τι απαντά το γεεθα στην αποκάλυψη, απόλυση εκπαιδευτικών, απόλυση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, απόλυση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- απόκτηση στα ισλανδικά - kaup, Kaupin, öflun, kaupunum, kaupum
- απόλαυση στα ισλανδικά - gleði, unun, yndi, hefir unun af, hefir unun
- απόλυτος στα ισλανδικά - fullkominn, alger, hreinum, Heildaraðgengi, algera, algjört
- απόμακρος στα ισλανδικά - afskekktur, fjarlægur, outlandish, fjarstæðukenndar
Τυχαίες λέξεις
Απόλυση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: uppsögnum, uppsögn, brottvikningu, uppsögninni, uppsagnar
Μεταφράσεις: uppsögnum, uppsögn, brottvikningu, uppsögninni, uppsagnar