Απόλυση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απόλυση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
despedimento, demissão, destituição, o despedimento, despedimentos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόλυση
απόλυση παπαθεοδώρου gazzetta, απόλυση εργαζομένου, απόλυση συνώνυμο, απόλυση 4000 εποπ είχε ζητήσει η τρόικα - τι απαντά το γεεθα στην αποκάλυψη, απόλυση εκπαιδευτικών, απόλυση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απόλυση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απόκτηση στα πορτογαλικά - aquisição, presa, de aquisição, aquisição de, a aquisição, compra
- απόλαυση στα πορτογαλικά - delícia, prazer, deleite, alegria, delírio
- απόλυτος στα πορτογαλικά - completo, utópico, puro, castiço, total, falar, absoluto, ...
- απόμακρος στα πορτογαλικά - remoto, distância, reformar, relançar, distante, estranho, estranha, ...
Τυχαίες λέξεις
Απόλυση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: despedimento, demissão, destituição, o despedimento, despedimentos
Μεταφράσεις: despedimento, demissão, destituição, o despedimento, despedimentos