Αρμοδιότητα στα δανικά

Μετάφραση: αρμοδιότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
provins, kompetence, kompetenceområde, beføjelser, kompetencer
Αρμοδιότητα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρμοδιότητα

αρμοδιότητα πρωτοδικείου πειραιώς, αρμοδιότητα συνώνυμο, αρμοδιότητα πρωτοδικείου πειραιά, αρμοδιότητα διοικητικού εφετείου, αρμοδιότητα δου, αρμοδιότητα λεξικό γλώσσας δανικά, αρμοδιότητα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αρμάδα στα δανικά - armada, flåde, armadaen, i Armada, af Armada
  • αρμέγω στα δανικά - mælk, malke, armego
  • αρμονία στα δανικά - overensstemmelse, harmoni, harmonien, harmonisk, samklang
  • αρμόδιος στα δανικά - ansvarsfuld, ansvarlig, kompetent, kompetente, ansvarlige, kompetence
Τυχαίες λέξεις
Αρμοδιότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: provins, kompetence, kompetenceområde, beføjelser, kompetencer