Αρμοδιότητα στα εσθονικά
Μετάφραση: αρμοδιότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
määramispiirkond, kompetentsus, provints, haldusala, pädevus, valdus, pädevuse, pädevust, pädevusse, pädevuses
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρμοδιότητα
αρμοδιότητα πρωτοδικείου πειραιώς, αρμοδιότητα συνώνυμο, αρμοδιότητα πρωτοδικείου πειραιά, αρμοδιότητα διοικητικού εφετείου, αρμοδιότητα δου, αρμοδιότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, αρμοδιότητα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αρμάδα στα εσθονικά - armaada, Armada, tiimiga, tiimist, Tiimi
- αρμέγω στα εσθονικά - piim, lüpsma, armego
- αρμονία στα εσθονικά - ühildumine, ühtsus, üksmeel, harmoonia, harmooniat, harmoonias, kooskõla, ...
- αρμόδιος στα εσθονικά - pädev, pädevad, pädevate, pädeva, pädevale
Τυχαίες λέξεις
Αρμοδιότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: määramispiirkond, kompetentsus, provints, haldusala, pädevus, valdus, pädevuse, pädevust, pädevusse, pädevuses
Μεταφράσεις: määramispiirkond, kompetentsus, provints, haldusala, pädevus, valdus, pädevuse, pädevust, pädevusse, pädevuses