Αυτοματοποίηση στα δανικά
Μετάφραση: αυτοματοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
automation, automatisering, Automations, automatik, automatiseringen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτοματοποίηση
αυτοματοποίηση τι σημαινει, αυτοματοποίηση συνώνυμο, αυτοματοποίηση βιβλιοθηκών, αυτοματοποίηση παραγωγής, αυτοματοποίηση στην τοπική αυτοδιοίκηση, αυτοματοποίηση λεξικό γλώσσας δανικά, αυτοματοποίηση στα δανικά
Μεταφράσεις
- αυτοκόλλητο στα δανικά - Sticker, klistermærke, mærkat, til bil
- αυτοματικός στα δανικά - automatisk, automatik, automatikken, automatics, automatiske funktioner, styringsautomatik
- αυτοματοποιώ στα δανικά - Automates, automatiserer
- αυτονομία στα δανικά - selvstyre, autonomi, selvstændighed, uafhængighed, selvstændige
Τυχαίες λέξεις
Αυτοματοποίηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: automation, automatisering, Automations, automatik, automatiseringen
Μεταφράσεις: automation, automatisering, Automations, automatik, automatiseringen