Βαθιά στα δανικά
Μετάφραση: βαθιά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
dybt, er dybt, stærkt, dyb
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθιά
βαθιά στη θάλασσα θα πέσω, βαθιά γαλάζια θάλασσα, βαθιά ή βαθειά, βαθιά αναπνοή, βαθιά γωνιά, βαθιά λεξικό γλώσσας δανικά, βαθιά στα δανικά
Μεταφράσεις
- βαδίζω στα δανικά - marchere, gå, marts, march, marchen, marcherende, fremmarch
- βαζάκι στα δανικά - vase, chok, beholder, krukke, jar, krukken, glas, ...
- βαθμίδα στα δανικά - trin, skridt, led, skridt i, trins
- βαθμιαία στα δανικά - gradvis, efterhånden, gradvist, gradvist at, en gradvis
Τυχαίες λέξεις
Βαθιά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: dybt, er dybt, stærkt, dyb
Μεταφράσεις: dybt, er dybt, stærkt, dyb