Βαθιά στα ουγγρικά
Μετάφραση: βαθιά, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mélységesen, mélyen, mély, mélységes, mélyebben
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθιά
βαθιά στη θάλασσα θα πέσω, βαθιά γαλάζια θάλασσα, βαθιά ή βαθειά, βαθιά αναπνοή, βαθιά γωνιά, βαθιά λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βαθιά στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- βαδίζω στα ουγγρικά - határvidék, induló, gyalogtávolság, március, felvonulás, márciusában, menetelés, ...
- βαζάκι στα ουγγρικά - korsó, tégely, váza, cserépbödön, zökkenés, agyagkorsó, összezörrenés, ...
- βαθμίδα στα ουγγρικά - avas, illetlen, orrfacsaró, visszaszító, lépés, lépésben, lépést, ...
- βαθμιαία στα ουγγρικά - fokozatosan, fokozatos, folyamatosan, egyre, lassan
Τυχαίες λέξεις
Βαθιά στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: mélységesen, mélyen, mély, mélységes, mélyebben
Μεταφράσεις: mélységesen, mélyen, mély, mélységes, mélyebben