Βαθιά στα τούρκικα
Μετάφραση: βαθιά, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
derinden, derin, derinlemesine, derin bir, çok
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθιά
βαθιά στη θάλασσα θα πέσω, βαθιά γαλάζια θάλασσα, βαθιά ή βαθειά, βαθιά αναπνοή, βαθιά γωνιά, βαθιά λεξικό γλώσσας τούρκικα, βαθιά στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- βαδίζω στα τούρκικα - marş, Mart, march, yürüyüşü, yürüyüş
- βαζάκι στα τούρκικα - sarsma, kavanoz, vazo, jar, kavanozu, küp, kavanoza
- βαθμίδα στα τούρκικα - dizi, sıra, rütbe, sınıf, derece, adım, adımı, ...
- βαθμιαία στα τούρκικα - kademeli olarak, yavaş yavaş, kademeli, giderek, tedricen
Τυχαίες λέξεις
Βαθιά στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: derinden, derin, derinlemesine, derin bir, çok
Μεταφράσεις: derinden, derin, derinlemesine, derin bir, çok