Δάφνη στα δανικά
Μετάφραση: δάφνη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
laurbær, Laurel, laurbærkrans, laurbærblade, laurbærolie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δάφνη
δάφνη λαμπρόγιαννη hot, δάφνη μαρτίνου, δάφνη λαμπρόγιαννη facebook, δάφνη χρονοπούλου, δάφνη καλαβρύτων, δάφνη λεξικό γλώσσας δανικά, δάφνη στα δανικά
Μεταφράσεις
- δάσκαλος στα δανικά - lærer, instruktør, læreren, underviser, teacher, lærere
- δάσος στα δανικά - skov, skoven, forestgrøn, skove, forest
- δέκα στα δανικά - ti, ten
- δέκατος στα δανικά - tiende, tiendedel, ti
Τυχαίες λέξεις
Δάφνη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: laurbær, Laurel, laurbærkrans, laurbærblade, laurbærolie
Μεταφράσεις: laurbær, Laurel, laurbærkrans, laurbærblade, laurbærolie