Δημητριακό στα δανικά
Μετάφραση: δημητριακό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
korn, korn-, fra korn-, kornart, af korn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δημητριακό
δημητριακό ντίνκελ, δημητριακό ζέα, δημητριακό ζειά, βρίζα δημητριακό, δημητριακό το «ζεα», δημητριακό λεξικό γλώσσας δανικά, δημητριακό στα δανικά
Μεταφράσεις
- δημεύω στα δανικά - konfiskere, konfiskation, beslaglægge, at konfiskere, konfiskerer
- δημητριακά στα δανικά - korn, kom, af korn, kornarter
- δημιουργία στα δανικά - skabelse, oprettelse, oprettelsen, skabelsen, skabe
- δημιουργικός στα δανικά - kreativ, kreative, kreativt, skabende, creative
Τυχαίες λέξεις
Δημητριακό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: korn, korn-, fra korn-, kornart, af korn
Μεταφράσεις: korn, korn-, fra korn-, kornart, af korn