Δημητριακό στα ισλανδικά

Μετάφραση: δημητριακό, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
korn, morgunkorn, kornstrá, með korn, matvæli með korn
Δημητριακό στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δημητριακό

δημητριακό ντίνκελ, δημητριακό ζέα, δημητριακό ζειά, βρίζα δημητριακό, δημητριακό το «ζεα», δημητριακό λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δημητριακό στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • δημεύω στα ισλανδικά - upptæk, gera upptæk, hald, lagt hald, lagt hald á
  • δημητριακά στα ισλανδικά - korn, morgunkorn, korni, kornvörur, kornvörum
  • δημιουργία στα ισλανδικά - sköpun, stofnun, gerð, búa, skapa
  • δημιουργικός στα ισλανδικά - skapandi
Τυχαίες λέξεις
Δημητριακό στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: korn, morgunkorn, kornstrá, með korn, matvæli með korn