Εδραίωση στα δανικά

Μετάφραση: εδραίωση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
konsolidering, konsolideringen, konsolidering af, konsolidere, en konsolidering
Εδραίωση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εδραίωση

εδραίωση θηλασμού, εδραίωση γαλουχίασ, εδραίωση λεξικο, εδραίωση βικιλεξικο, εδραίωση τησ ειρήνησ, εδραίωση λεξικό γλώσσας δανικά, εδραίωση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εδαφικός στα δανικά - territorial, territoriale, territorialt, den territoriale, geografiske
  • εδραίος στα δανικά - firma, fast, veletableret, veletablerede, almindelig anerkendt, velkendt, af fast
  • εδραιώνω στα δανικά - edraiono
  • εδώ στα δανικά - herhen, her, hid, her for, sig her
Τυχαίες λέξεις
Εδραίωση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: konsolidering, konsolideringen, konsolidering af, konsolidere, en konsolidering