Εκτάριο στα δανικά
Μετάφραση: εκτάριο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hektar, ha
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτάριο
εκτάριο σκάλα, 1 εκτάριο, εκτάριο δεκάριο, εκτάριο σε στρέμματα, εκτάριο ορισμός, εκτάριο λεξικό γλώσσας δανικά, εκτάριο στα δανικά
Μεταφράσεις
- εκστρατεία στα δανικά - kampagne, kampagnen, kampagne for
- εκσφενδονίζω στα δανικά - hurtle
- εκτέλεση στα δανικά - henrettelse, ydeevne, ydelse, resultater, præstation, præstationer
- εκτίμηση στα δανικά - agte, respekt, agtelse, vurdering, vurderingen, evaluering, bedømmelse, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκτάριο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hektar, ha
Μεταφράσεις: hektar, ha