Εκτάριο στα ολλανδικά
Μετάφραση: εκτάριο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hectare, ha, hectare groot, hectare grote
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκτάριο
εκτάριο σκάλα, 1 εκτάριο, εκτάριο δεκάριο, εκτάριο σε στρέμματα, εκτάριο ορισμός, εκτάριο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εκτάριο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- εκστρατεία στα ολλανδικά - expeditie, tocht, toer, uitstapje, excursie, campagne, actie, ...
- εκσφενδονίζω στα ολλανδικά - gooi, worp, slingeren, hurtle, Razen, daveren, nemen Slingeren
- εκτέλεση στα ολλανδικά - prestatie, uitvoering, terechtstelling, voorstelling, optreden, nakoming
- εκτίμηση στα ολλανδικά - ontzag, belastingaanslag, eerbied, achten, respect, evaluatie, egards, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκτάριο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hectare, ha, hectare groot, hectare grote
Μεταφράσεις: hectare, ha, hectare groot, hectare grote