Ελεγειακός στα δανικά
Μετάφραση: ελεγειακός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
elegisk, elegiske
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελεγειακός
ελεγειακόσ ποιητήσ, ελεγειακός τόνος, ελεγειακός ετυμολογια, ελεγειακός λεξικό γλώσσας δανικά, ελεγειακός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ελαχιστοποιώ στα δανικά - jeg minimere, minimerer jeg
- ελεγεία στα δανικά - elegi, klagesang, Elegy, mindedigt, Elegien
- ελεγκτής στα δανικά - controller, navigationsknappen, controlleren, registeransvarlige, regulatoren
- ελεεινολογώ στα δανικά - eleeinologo
Τυχαίες λέξεις
Ελεγειακός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: elegisk, elegiske
Μεταφράσεις: elegisk, elegiske