Ελεγειακός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ελεγειακός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
elegíaco, elegíaca, elegiac, elegíacos, elegia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελεγειακός
ελεγειακόσ ποιητήσ, ελεγειακός τόνος, ελεγειακός ετυμολογια, ελεγειακός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ελεγειακός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ελαχιστοποιώ στα πορτογαλικά - minimizar, misturar, I, eu, que eu, que, me
- ελεγεία στα πορτογαλικά - elegia, Elegy, elegia de
- ελεγκτής στα πορτογαλικά - verificador, inspector, revisor, contabilista, controlador, controlador de, do controlador, ...
- ελεεινολογώ στα πορτογαλικά - deplorar, esgotar, eleeinologo
Τυχαίες λέξεις
Ελεγειακός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: elegíaco, elegíaca, elegiac, elegíacos, elegia
Μεταφράσεις: elegíaco, elegíaca, elegiac, elegíacos, elegia