Ελεγειακός στα ολλανδικά

Μετάφραση: ελεγειακός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
elegisch, elegische, weemoedige, elegiac, weemoedig
Ελεγειακός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελεγειακός

ελεγειακόσ ποιητήσ, ελεγειακός τόνος, ελεγειακός ετυμολογια, ελεγειακός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ελεγειακός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ελαχιστοποιώ στα ολλανδικά - ik, I, mij, me
  • ελεγεία στα ολλανδικά - elegie, treurzang, Elegy, klaagzang, treurdicht
  • ελεγκτής στα ολλανδικά - controleur, inspecteur, opzichter, supervisor, controller, regelaar, besturing
  • ελεεινολογώ στα ολλανδικά - eleeinologo
Τυχαίες λέξεις
Ελεγειακός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: elegisch, elegische, weemoedige, elegiac, weemoedig