Εντομή στα δανικά

Μετάφραση: εντομή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
indsnit, snit, incision, snittet, indsnittet
Εντομή στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντομή

εντομή ξάνθη, εντομή λεξικό γλώσσας δανικά, εντομή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εντολή στα δανικά - bestilling, ordning, dekret, styre, orden, beherske, befaling, ...
  • εντολοδόχος στα δανικά - repræsentativ, repræsentative, repræsentativt, repræsentant, repræsenterer
  • εντομοκτόνο στα δανικά - insekticid, insektmiddel, insekticidet, insekticid.DEL, insektmidlet
  • εντομοφάγος στα δανικά - insektædende, insectivorous
Τυχαίες λέξεις
Εντομή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: indsnit, snit, incision, snittet, indsnittet