Επιρρίπτω στα δανικά
Μετάφραση: επιρρίπτω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
henføres, tilskrives, skyldes, kan henføres, kan tilskrives
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιρρίπτω
επιρρίπτω ευθύνες, επιρρίπτω λεξικό γλώσσας δανικά, επιρρίπτω στα δανικά
Μεταφράσεις
- επιπόλαια στα δανικά - trivielt, trivially
- επιπόλαιος στα δανικά - lav, forfængelig, overfladiske, overfladisk, ligegyldig, pro forma, lemfældigt
- επιρρεπής στα δανικά - apt, lejlighed, egnet, tilbøjelige, velegnet
- επιρρηματικός στα δανικά - adverbial, adverbiel, adverbielt, adverbialer, adverbielle
Τυχαίες λέξεις
Επιρρίπτω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: henføres, tilskrives, skyldes, kan henføres, kan tilskrives
Μεταφράσεις: henføres, tilskrives, skyldes, kan henføres, kan tilskrives