Επιρρίπτω στα τούρκικα

Μετάφραση: επιρρίπτω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
affetmek, dayandırılabilir, atfedilebilir, atfedilebilen, ilişkilendirilebilen, atfedilebilecek
Επιρρίπτω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιρρίπτω

επιρρίπτω ευθύνες, επιρρίπτω λεξικό γλώσσας τούρκικα, επιρρίπτω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • επιπόλαια στα τούρκικα - trivially, kolayca oynanabilecek, ve trivially, gereksiz parçalara
  • επιπόλαιος στα τούρκικα - üstünkörü, yüzeysel, formalite icabı, perfunctory, üstünkörü bir
  • επιρρεπής στα τούρκικα - uygun, ilgili, apt, yerinde, eğilimli
  • επιρρηματικός στα τούρκικα - zarf, adverbial, Sıfat, zarf tümleci, zarf niteliğinde
Τυχαίες λέξεις
Επιρρίπτω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: affetmek, dayandırılabilir, atfedilebilir, atfedilebilen, ilişkilendirilebilen, atfedilebilecek