Ιδιοκτήτης στα δανικά
Μετάφραση: ιδιοκτήτης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ejer, Ejeren, annoncøren, ejerens
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιοκτήτης
ιδιοκτήτης lidl, ιδιοκτήτης facebook, ιδιοκτήτης mega channel, ιδιοκτήτης action24, ιδιοκτήτης public, ιδιοκτήτης λεξικό γλώσσας δανικά, ιδιοκτήτης στα δανικά
Μεταφράσεις
- ιδεωδώς στα δανικά - ideelt, idéelt, ideelt set, ideel, helst
- ιδιαίτερος στα δανικά - privat, adskilt, særskilt, adskille, skille, dele, speciel, ...
- ιδιοκτησία στα δανικά - ejendom, hotel, ejendomme, ejendommen, egenskab
- ιδιορρυθμία στα δανικά - ejendommelighed, egenart, særegenhed, kendetegnende, er kendetegnende
Τυχαίες λέξεις
Ιδιοκτήτης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ejer, Ejeren, annoncøren, ejerens
Μεταφράσεις: ejer, Ejeren, annoncøren, ejerens