Κέρμα στα δανικά
Μετάφραση: κέρμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mønt, mønten, mønter, sag, coin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέρμα
το κέρμα, κέρμα πεντακοσάρικο, κέρμα 500 δραχμές, κέρμα των 500 δραχμών, κέρμα ευρώ, κέρμα λεξικό γλώσσας δανικά, κέρμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- κέρασμα στα δανικά - behandle, behandling, behandling af, behandler, at behandle
- κέρδος στα δανικά - fortjeneste, profitere, profit, resultat, overskud, gevinst
- κέρσορας στα δανικά - markøren, cursor, markør, cursoren, markørens
- κέφι στα δανικά - humør, stemning, fornøjelse, sjov, sjovt, sjove, det sjovt, ...
Τυχαίες λέξεις
Κέρμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mønt, mønten, mønter, sag, coin
Μεταφράσεις: mønt, mønten, mønter, sag, coin