Κέρμα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κέρμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
moeda, moedas, moeda de, coin, de moedas
Κέρμα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κέρμα

το κέρμα, κέρμα πεντακοσάρικο, κέρμα 500 δραχμές, κέρμα των 500 δραχμών, κέρμα ευρώ, κέρμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κέρμα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κέρασμα στα πορτογαλικά - medicar, agenciar, deleite, guloseima, acepipe, tratar, parlamentar, ...
  • κέρδος στα πορτογαλικά - perfil, lucros, lucro, proveito, vantagem, lucrar, de lucro, ...
  • κέρσορας στα πορτογαλικά - cursor, do cursor, cursor de, cursor do, cursor para
  • κέφι στα πορτογαλικά - ambiência, deleite, divertimento, humor, monumento, recreio, prazer, ...
Τυχαίες λέξεις
Κέρμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: moeda, moedas, moeda de, coin, de moedas