Κέρμα στα ουκρανικά
Μετάφραση: κέρμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фабрикувати, монета, сфабрикувати, карбувати, монету, монети
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέρμα
το κέρμα, κέρμα πεντακοσάρικο, κέρμα 500 δραχμές, κέρμα των 500 δραχμών, κέρμα ευρώ, κέρμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κέρμα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κέρασμα στα ουκρανικά - лікувати, опрацьовувати, ставитися, лікуватимуть
- κέρδος στα ουκρανικά - профілювання, прибуток, прибутку
- κέρσορας στα ουκρανικά - курсор
- κέφι στα ουκρανικά - забава, пожвавлено, утіха, жебрак, радощі, жебрачка, вербена, ...
Τυχαίες λέξεις
Κέρμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: фабрикувати, монета, сфабрикувати, карбувати, монету, монети
Μεταφράσεις: фабрикувати, монета, сфабрикувати, карбувати, монету, монети