Κέρμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: κέρμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
érme, érmét, pénzérme, érem, coin
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέρμα
το κέρμα, κέρμα πεντακοσάρικο, κέρμα 500 δραχμές, κέρμα των 500 δραχμών, κέρμα ευρώ, κέρμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κέρμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κέρασμα στα ουγγρικά - élvezet, kezel, bánik, kezelésére, kezelni
- κέρδος στα ουγγρικά - nyereség, haszon, profit, eredmény, nyereséget
- κέρσορας στα ουγγρικά - kurzor, tolóka, kurzort, kurzorral, kurzortól, a kurzor
- κέφι στα ουγγρικά - létforma, hév, hangnem, létmód, gusztus, diszpozíció, móka, ...
Τυχαίες λέξεις
Κέρμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: érme, érmét, pénzérme, érem, coin
Μεταφράσεις: érme, érmét, pénzérme, érem, coin