Κιμωλία στα δανικά
Μετάφραση: κιμωλία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kridt, kalk, kridte, chalk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κιμωλία
κιμωλία γη, κιμωλία ευοσμος, κιμωλία μαλλιών, κιμωλία σύνταγμα, κιμωλία λάρισα, κιμωλία λεξικό γλώσσας δανικά, κιμωλία στα δανικά
Μεταφράσεις
- κιλό στα δανικά - kilogram, kilo, kg
- κιμάς στα δανικά - hakket, hakkede, det hakkede, hakkes, findelt
- κινηματογραφικός στα δανικά - biograf, film, filmen, movie
- κινητικότητα στα δανικά - mobilitet, mobiliteten, bevægelighed, mobilitet i
Τυχαίες λέξεις
Κιμωλία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kridt, kalk, kridte, chalk
Μεταφράσεις: kridt, kalk, kridte, chalk