Κοντινός στα δανικά

Μετάφραση: κοντινός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nær, tæt, close, Luk, tæt på
Κοντινός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοντινός

κοντινός εξωτικός προορισμός, κοντινός προορισμός, κοντινός συνώνυμο, κοντινός συνώνυμα, κοντινός προορισμός από αθήνα, κοντινός λεξικό γλώσσας δανικά, κοντινός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • κοντάρι στα δανικά - stav, stang, polet, pole, pol, pæl
  • κονταίνω στα δανικά - forkorte, afkorte, kortere, forkorter, at forkorte
  • κοντολογίς στα δανικά - kort, kort sagt, på kort, kort fortalt, kort sagt er
  • κοντός στα δανικά - kort, brysk, korte, kort-, på kort, kort sagt
Τυχαίες λέξεις
Κοντινός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nær, tæt, close, Luk, tæt på