Κοντινός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κοντινός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
во близина, затвори, блиску, блиски, близок
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοντινός
κοντινός εξωτικός προορισμός, κοντινός προορισμός, κοντινός συνώνυμο, κοντινός συνώνυμα, κοντινός προορισμός από αθήνα, κοντινός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κοντινός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κοντάρι στα σλαβομακεδονικά - пол, скок, скок со, столб
- κονταίνω στα σλαβομακεδονικά - скрати, го скрати, скратување, се скрати, скратат
- κοντολογίς στα σλαβομακεδονικά - на кратко, во кратки, во краток, накратко, во кратко
- κοντός στα σλαβομακεδονικά - краток, кратко, кратки, кратка, кус
Τυχαίες λέξεις
Κοντινός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: во близина, затвори, блиску, блиски, близок
Μεταφράσεις: во близина, затвори, блиску, блиски, близок