Κοντινός στα ουκρανικά
Μετάφραση: κοντινός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сусідній, суміжний, близько, близьке, наближеним
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοντινός
κοντινός εξωτικός προορισμός, κοντινός προορισμός, κοντινός συνώνυμο, κοντινός συνώνυμα, κοντινός προορισμός από αθήνα, κοντινός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κοντινός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κοντάρι στα ουκρανικά - рококо, застарілий, полюс
- κονταίνω στα ουκρανικά - скоротіться, урізувати, вкорочувати, укорочувати, позбавити, скорочувати, скорочуватиме, ...
- κοντολογίς στα ουκρανικά - стисло, коротко, коротенько
- κοντός στα ουκρανικά - низький, невеликий, короткий, менше, коротенький, коротка, короткою, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοντινός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сусідній, суміжний, близько, близьке, наближеним
Μεταφράσεις: сусідній, суміжний, близько, близьке, наближеним