Μαλλιαρός στα δανικά

Μετάφραση: μαλλιαρός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
uldne, ulden, uldagtig, uldent, blakket
Μαλλιαρός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαλλιαρός

μαλλιαρός μόρια, φραγκίσκος μαλλιαρός, μαλλιαρόσ καρδιολόγοσ μυτιλήνη, μαλλιαρός γιάννης, δημήτρης μαλλιαρός, μαλλιαρός λεξικό γλώσσας δανικά, μαλλιαρός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μαλλί στα δανικά - uld, ulden, af uld
  • μαλλιά στα δανικά - hår, håret, hair, hårtørrer
  • μαλώνω στα δανικά - lambaste, gennemhegler
  • μαμά στα δανικά - mumie, mum, mor
Τυχαίες λέξεις
Μαλλιαρός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: uldne, ulden, uldagtig, uldent, blakket