Μαλλιαρός στα ολλανδικά
Μετάφραση: μαλλιαρός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ruigharig, harig, ruig, wollig, wollige, wolharige, wollen, zweverig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαλλιαρός
μαλλιαρός μόρια, φραγκίσκος μαλλιαρός, μαλλιαρόσ καρδιολόγοσ μυτιλήνη, μαλλιαρός γιάννης, δημήτρης μαλλιαρός, μαλλιαρός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μαλλιαρός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μαλλί στα ολλανδικά - wollen, wol, van wol, wool
- μαλλιά στα ολλανδικά - haren, haar, haardos, hair, het haar
- μαλώνω στα ολλανδικά - aftuigen, afranselen, scherp kritiseren
- μαμά στα ολλανδικά - mamma, mama, mummie, mammie, moeder, mum, het Mamma van
Τυχαίες λέξεις
Μαλλιαρός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ruigharig, harig, ruig, wollig, wollige, wolharige, wollen, zweverig
Μεταφράσεις: ruigharig, harig, ruig, wollig, wollige, wolharige, wollen, zweverig