Μοντέρνος στα δανικά
Μετάφραση: μοντέρνος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
moderne, det moderne, den moderne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοντέρνος
μοντέρνος χορός βικιπαίδεια, μοντέρνος κήπος, μοντέρνος καναπές, μοντέρνος χώρος, μοντέρνος συνώνυμα, μοντέρνος λεξικό γλώσσας δανικά, μοντέρνος στα δανικά
Μεταφράσεις
- μονοπώλιο στα δανικά - monopol, monopolet, monopolstilling, eneret
- μοντέλο στα δανικά - model, modellen
- μονόκλινος στα δανικά - enkelt, enkeltværelse, indre, fælles, én
- μονός στα δανικά - ulige, underlig, enkelt, enkeltværelse, indre, fælles, én
Τυχαίες λέξεις
Μοντέρνος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: moderne, det moderne, den moderne
Μεταφράσεις: moderne, det moderne, den moderne