Νομισματοκοπείο στα δανικά
Μετάφραση: νομισματοκοπείο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mynte, mint, hel, mintgrøn, præge
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νομισματοκοπείο
νομισματοκοπείο μουσείο, νομισματοκοπείο καταυλισμός, νομισματοκοπείο μετρό, νομισματοκοπείο αθηνών, νομισματοκοπείο μετρό μεσογείων, νομισματοκοπείο λεξικό γλώσσας δανικά, νομισματοκοπείο στα δανικά
Μεταφράσεις
- νομιμότητα στα δανικά - lovlighed, lovligheden, lovlige, lovlig, legalitet
- νομισματικός στα δανικά - monetære, monetær, den monetære, monetaere, penge-
- νομοθεσία στα δανικά - lovgivning, lovgivningen, bestemmelser
- νομοθετικός στα δανικά - lovgivningsmæssige, lovgivende, lovgivningsmæssig, lovgivningsprocedure, til lovgivningsmæssig
Τυχαίες λέξεις
Νομισματοκοπείο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mynte, mint, hel, mintgrøn, præge
Μεταφράσεις: mynte, mint, hel, mintgrøn, præge